Παφίους

Παφίους
Πάφιος
masc acc pl
Πάφος
masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • μαστός — Αδενικό όργανο, το οποίο στον άντρα είναι υπολειμματικό και μη λειτουργικό, στη γυναίκα όμως αναπτύσσεται πλήρως και αποτελεί το όργανο του θηλασμού. Οι μ. υπάγονται στα όργανα της αναπαραγωγής· το αδενικό τους στοιχείο είναι ορμονοεξαρτώμενο και …   Dictionary of Greek

  • σάπιθος — Α (κατά τον Ησύχ.) (στους Παφίους) «θυσία» …   Dictionary of Greek

  • σίαι — Α (κατά τον Ησύχ.) (στους Παφίους) «πτύσαι». [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. σίαλον] …   Dictionary of Greek

  • στροπά — Α (κατά τον Ησύχ.) (στους Παφίους) η αστραπή. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. ανάγεται στη συνεσταλμένη βαθμίδα τής ΙΕ ρίζας *ster (βλ. λ. άστρο) με αντιπροσώπευση τού φωνηεντικού r ως ρο στην Αρκαδοκυπριακή (πρβλ. στροπά: στορπά, βροτός: μορτός)] …   Dictionary of Greek

  • ύεσι — Α (κατά τον Ησύχ.) (στους Παφίους) «στολή». [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για παραφθορά τον λατ. vestis, i «ένδυμα»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”